Όταν δούλευα στο Ηράκλειο, φεύγοντας από το γραφείο, ένιωσα κάπως περίεργα. Αυτό που λέμε “ούτε το φως ν’ ανάψω”.
Φτάνω στον ηλεκτρικό και περιμένω το τρένο. Έχω αρχίσει να ιδρώνω….
Λόγω των έργων, η ώρα περνά και το τρένο, πουθενά. Έχω αρχίσει να φουντώνω….
Έρχεται επιτέλους, μπαίνω μέσα, όμως δεν ξεκινάει. Έχω αρχίσει να εκνευρίζομαι….
Όταν έκλεισαν οι πόρτες και ξεκίνησε, σκέφτομαι “ωραία, σε μισή ωρίτσα είμαι σπίτι”. Έχω αρχίσει να ελπίζω…
Σε κάθε σταθμό όμως, υπάρχει αδικαιολόγητη καθυστέρηση. Έχω αρχίσει να σκέφτομαι περασμένα καλοκαίρια, τι ψώνια έχω να κάνω κι ό,τι άλλο μπορούσε να απασχολήσει το μυαλό μου.
Φτάνω στη Βικτώρια και πάω να πάρω το τρόλεϋ. Δεν φαινόνταν πουθενά. Έχω αρχίσει ν’ ανατριχιάζω.
Δεν μπορούσα πια να περιμένω ακίνητη και φεύγω με τα πόδια.
Στην αρχή περπατάω γρήγορα, σε λίγο αρχίζω να τρέχω.
Φτάνω στην πολυκατοικία και λέω “Θεέ μου, τα κατάφερα, έφτασα αξιοπρεπώς στο σπίτι”.
Πάω στο ασανσέρ, όμως το φωτάκι είναι αναμμένο και το ασανσέρ το κρατάει κάποιος. Χτυπάω την πόρτα, για να τ’ αφήσουν, αλλά τίποτα.
Ανεβαίνω με τις σκάλες. Στον τρίτο όροφο της πολυκατοικίας, βλέπω την πόρτα του ασανσέρ, ανοιχτή και κολλημένη, όμως έχω πάρει τόση φόρα και είναι πια τόσο επείγουσα η κατάστασή μου που το προσπερνάω.
Φτάνω στον πέμπτο όροφο, στην πόρτα μου, προσπαθώ ν’ ανοίξω, όμως η μαμά μου έχει το κλειδί από πίσω και δεν ανοίγει. Χτυπάω την πόρτα φωνάζοντας “μαμάαααααααα, άνοιξέ μου, γρήγορααααααα”.
Ανοίγει έντρομη την πόρτα, εγώ την σπρώχνω και τρέχω στο μπάνιο.
Είμαι πολύ χαρούμενη, έχω καταφέρει το ακατόρθωτο, απλώνω το χέρι να πιάσω το χαρτί.
Το χαρτί, είχε τελειώσει….
Την αστεία δική της ιστορία μου την έστειλε η Κορίνα 🙂 Στείλε κι εσύ τη δική σου ιστορία, σοβαρή, αστεία, απρόβλεπτη, δεν έχει σημασία, αρκεί να είναι δική σου!! Την περιμένω στο e-mail shareyourlikes.wp@gmail.com